24.2 C
Athens
3 May - 2024

Πυρκαγιές ώρα μηδέν: Οι τέσσερις παράγοντες που φέρνουν σταθερά την καταστροφή

Must read

Πόσες φορές θα είμαστε στο ίδιο έργο θεατές; Το ερώτημα αυτό ζητά απάντηση… Κι αυτό επειδή δεν είναι η πρώτη φορά που καίγεται η Πεντέλη και οι γύρω περιοχές. Φωτιές ξέσπασαν το 1981, το 1995, το 1998, το 2007 και το 2018. Απάντηση, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν υπάρχει. Το σίγουρο είναι πως κάτι δεν πάει καλά.Σε αυτή τη φάση, που οι πληγέντες μετρούν τις πληγές τους, οι ειδικοί περιορίζονται στον εντοπισμό των τεσσάρων παραγόντων που έφεραν την καταστροφή. Και αυτοί είναι οι πολύ ισχυροί άνεμοι που έπνεαν με ταχύτητα έως και 120 χιλιομέτρων την ώρα, ο συνδυασμός αστικού ιστού και περιαστικού δάσους, η συσσωρευμένη καύσιμη ύλη – όση έχει απομείνει μετά από τόσες πυρκαγιές (όχι μόνο στο δάσος αλλά και στα ακαθάριστα στην πλειονότητά τους οικόπεδα και στα χωράφια) – και η σύνθεση της μεσογειακής βλάστησης που «ευνοεί» τις πυρκαγιές.

Να τα βάλεις με τους ανέμους δεν μπορείς, ούτε να αλλάξεις τη σύνθεση της μεσογειακής βλάστησης. Μπορείς, όμως, όπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ευθύμιος Λέκκας, να διαχειριστείς την καύσιμη ύλη και να δημιουργήσεις ζώνες προστασίας εκεί που «μπλέκουν» οι κατοικίες με τη γεωργική καλλιέργεια και το περιαστικό δάσος. Μπορείς επιπλέον, σύμφωνα με το μέλος του ΔΣ του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΓΕΩΤΕΕ) Νίκο Μπόκαρη, να ρίξεις το βάρος στην πρόληψη, οργανώνοντας καλύτερα τον κρατικό μηχανισμό, και όχι στην καταστολή, όπως συμβαίνει σήμερα.Οπως επισημαίνει, φέτος δόθηκαν 50 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης για τον καθαρισμό ευαίσθητων και επικίνδυνων (για πυρκαγιές) περιοχών. Οι οποίοι, όμως, ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί (!) και αυτό σε μια περίοδο που ο κίνδυνος να ξεσπάσουν νέες πυρκαγιές, ιδίως στη Νότια Ελλάδα, είναι πολύ μεγάλος.

Ενα, πάντως, είναι σίγουρο. Οπως αναφέρει ο καθηγητής και διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικής Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Καρτάλης, συνήθως μετά από τέτοιες πυρκαγιές, κοντά στον αστικό ιστό, παρατηρείται υποβάθμιση του μικροκλίματος της περιοχής. Κατά τον ίδιο, από εδώ και στο εξής, χρειάζεται προσεκτική μελέτη της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί δεδομένου πως απαιτούνται έργα ενίσχυσης του εδάφους για την αποφυγή της διάβρωσης. Σε αυτό το σημείο στέκεται ιδιαίτερα και ο Ευθύμιος Λέκκας, λέγοντας πως χρειάζονται «σημειακές και καινοτόμες παρεμβάσεις για να βοηθήσουμε το δάσος να αποκατασταθεί όσο γίνεται γρηγορότερα,να προστατέψουμε τα υπόγεια ύδατα από τη ρύπανση και το έδαφος να μην υποστεί διάβρωση».

Για όσους δεν το γνωρίζουν, στα καμένα πευκοδάση η αποκατάσταση μπορεί να επέλθει ύστερα από 15 έως 20 χρόνια. Και επειδή το καλοκαίρι δεν έχει τελειώσει, ούτε ο κίνδυνος να ξεσπάσουν νέες φωτιές έχει εξαλειφθεί,στα δάση που υπάρχουν έλατα, ο χρόνος αποκατάστασης ξεπερνά τα 50 χρόνια. Αυτό σημαίνει, πως γενιές που είδαν δάση με έλατα να καίγονται είναι πολύ δύσκολο να τα ξαναδούν…

Οι συνέπειες της πυρκαγιάς. Στο μεταξύ, από τρεις έως τέσσερις φορές μεγαλύτερος (ανάλογα με την ένταση της πυρκαγιάς) είναι ο κίνδυνος για πλημμύρες στις πυρόπληκτες περιοχές της Πεντέλης μετά από μια ισχυρή βροχόπτωση, ενώ ο κίνδυνος για κατολισθήσεις είναι έως και έξι φορές μεγαλύτερος. Αυτό υποστηρίζει, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο ειδικός σε θέματα φυσικών καταστροφών, στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Μιχάλης Διακάκης.

Μπορεί ο κίνδυνος για τις πυρκαγιές και τις αναζωπυρώσεις να μην έχει ακόμη περάσει, μπορεί να έχουμε κι άλλες φωτιές σε άλλα μέρη της Ελλάδας, οι λέξεις, ωστόσο, που όλοι ξορκίζουν κάθε φορά μετά από μια μεγάλη φωτιά, είναι «πλημμύρες» και «κατολισθήσεις».

Και αυτό επειδή οι δασικές πυρκαγιές αποτελούν το έναυσμα ενός ανατροφοδοτούμενου κύκλου κλιματικών καταστροφών. Οι πλημμύρες, οι λασποροές και οι κατολισθήσεις που έπονται αποτελούν επακόλουθα φαινόμενα, πολλές φορές με περισσότερες επιπτώσεις σε περιουσίες και υποδομές αλλά και ανθρώπινες απώλειες.

Σύμφωνα με τον Μιχάλη Διακάκη, χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου κύκλου είναι η περίπτωση της Κινέτας. Ενάμιση χρόνο μετά την πυρκαγιά (Ιούλιος 2018), τον Νοέμβριο του 2019, η πρώτη ισχυρή καταιγίδα στην περιοχή προκάλεσε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα που κατέστρεψαν το μεγαλύτερο κομμάτι της πόλης. Τα νερά παρέσυραν φερτά υλικά και στην πρώτη γέφυρα που δεν είχε επαρκή διατομή, τα υλικά σφήνωσαν, δημιούργησαν ένα «φράγμα», το οποίο τελικά αποτέλεσε και την αιτία της πλημμύρας.

Στις πυρόπληκτες περιοχές (στην Πεντέλη) υπάρχουν πολλά ρέματα τα οποία καταλήγουν στο μεγάλο ρέμα της Ραφήνας. Αυτός είναι ο λόγος που, κατά τον Μιχάλη Διακάκη, αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά ο κίνδυνος πλημμυρών, αφού και εκεί τα νερά θα κατεβαίνουν γεμάτα φερτά υλικά. Και οι περιοχές που κινδυνεύουν περισσότερο με πλημμύρες είναι η Ραφήνα, το Πικέρμι και η Παλλήνη.

Ο κίνδυνος, μάλιστα, σύμφωνα με την καθηγήτρια Οικολογίας στο Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Μαργαρίτα Αριανούτσου-Φαραγγιτάκη, είναι μεγαλύτερος αν η περιοχή είναι ιδιαίτερα επικλινής, έχει ρεματιά και έχει φράξει η διαδρομή τους από πεσμένους κορμούς ή μπάζα καμένων σπιτιών. Αλλωστε, η περιοχή έχει ξανακαεί πρόσφατα και δεν έχει μεσολαβήσει επαρκής χρόνος για την ανάκαμψη της βλάστησής της.

Τα ρέματα πρέπει να εκτονωθούν

Στην περιοχή, όπως προαναφέρθηκε, υπάρχουν πολλά ρέματα (πυκνό υδρογραφικό δίκτυο). Για τον λόγο αυτό, προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος των πλημμυρών, πρέπει, σύμφωνα με τον αγρονόμο-τοπογράφο μηχανικό του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Δημήτρη Θεοδοσόπουλο, να καθαριστούν άμεσα όλα αυτά τα ρέματα. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, καθαρισμός δεν σημαίνει να βάλουμε μέσα στα ρέματα εκσκαφικά μηχανήματα για να εκτελέσουν χωματουργικές εργασίες, άλλα να αφαιρεθεί ό,τι δεν ανήκει σε αυτά, όπως αυθαίρετες κατασκευές, προκειμένου να τους δοθεί ο απαραίτητος χώρος εκτόνωσης της πλημμύρας.

Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ

- Advertisement -spot_img

More articles

Latest article